
Ο βίος του Οσίου Νίκωνος
Γύρω στα 869 στον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Λακεδαιμονίας ανέρχεται ο Θεόκλητος, ο οποίος έλαβε μέρος στην Οικουμενική Σύνοδο που έγινε από τον πατριάρχη Ιγνάτιο το 869-870 μ.Χ. Ο διάδοχος του Θεοκλήτου, επίσκοπος Αντώνιος, συμμετείχε στη Σύνοδο του 879 μ.Χ. Το διάστημα πού ακολουθεί έως τα μέσα του 10ου μ.Χ. αιώνα είναι λιγοστά τα στοιχεία, που χαρακτηρίζουν την εκκλησιαστική κατάσταση της Λακεδαιμονίας.
Τότε, εγκαθίσταται στην πόλη ο Όσιος Νίκων από την Παφλαγονία του Πόντου, διαδίδοντας ακούραστα το Ευαγγέλιο του Χριστού περίπου για τριάντα χρόνια (970-998 μ.Χ.), υποστηριζόμενος από το Βυζαντινό Στρατηγό Βασίλειο Απόκαυκο και τον εξ Αθηνών προερχόμενο Αρχιεπίσκοπο Λακεδαίμονος Θεόπεμπτο. Ό Όσιος Νίκων προσφέρει πολύτιμες σωστικές υπηρεσίες στους κατοίκους της περιοχής σε μία αγωνιώδη και μεταβατική για την περιοχή εποχή και με σοβαρότατους κινδύνους: θρησκευτικούς, κοινωνικούς και εθνικούς.
Με τον ερχομό του απαλλάσσει την πόλη από θανατηφόρο επιδημία, απομακρύνει το Ιουδαϊκό στοιχείο και πραγματοποιεί πολλά θαύματα. Ιδρύει στη Σπάρτη μεγάλο Ναό του Σωτήρος, της Θεοτόκου και της Αγίας Κυριακής, του οποίου τα ερείπια εντοπίζονται κοντά στην ακρόπολη της αρχαίας Σπάρτης. Ό ναός αυτός, ενώ ζούσε ακόμη ο Όσιος, είχε μεταβληθεί σε Μοναστήρι, το οποίο λειτουργούσε ως άσυλο των πτωχών και των ασθενών. Στα χρόνια της μακραίωνης δουλείας η Μονή καταστρέφεται, αφού προηγουμένως ανθεί μέχρι τον 15ο αι. μ.Χ.
Ο Όσιος Νίκων αποδημεί το 998 μ.Χ ένα χρόνο περίπου μετά τη συντριβή των Βουλγάρων του Σαμουήλ στο Σπερχειό ποταμό από το στρατηγό του Βυζαντινού Κράτους, Νικηφόρο Ουρανό. Ανάμεσα στα πολλά μετά το θάνατο του Οσίου θαύματα, αναφέρεται το σχετικό με την εικονογράφησή του, κατά παραγγελία του άρχοντα και μετέπειτα προέδρου της Συγκλήτου Ιω. Μαλακηνού στην Κωνσταντινούπολη, ο οποίος γνώριζε προσωπικά από τη Σπάρτη τον Όσιο και τον τιμούσε ιδιαίτερα.